Δράμα
Το ίδιο της το όνομα περικλείει τη μεγαλύτερη αντίφαση.
Δράμα. Αρχαία ελληνική ή σύγχρονη τραγωδία, οδυνηρό γεγονός... Και όμως, οι όποιες λυπηρές σκέψεις διαλύονται από τις θεωρίες σχετικά με την ετυμολογία του τοπωνυμίου. Επικρατέστερη όλων, εκείνη που θέλει να προέρχεται από τη λέξη «ύδραμα» (ύδωρ + άμη, δηλαδή νερό και σκάφη).
Μια βόλτα στο υδρόβιο πάρκο της Αγίας Βαρβάρας, με τις λιμνούλες και τούς καταρράκτες, ή μια παρανέστια διαδρομή επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς των γλωσσολόγων και των Δράμινών. Η περιοχή με τα πλουσιότερα δάση και τούς πιο φιλόξενους κατοίκους στην Ελλάδα γίνεται, λοιπόν, συνώνυμη της ευτυχίας, για χίλια δες μάτια. Βαδίζοντας στα μονοπάτια της ιστορίας του νομού, μαθαίνουμε ότι ο τόπος κατοικείτο ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, ενώ τα κατάλοιπα διονυσιακών εθίμων μαρτυρούν απροκάλυπτα πως ο θεός του κρασιού κατείχε εξέχουσα θέση στο δωδεκάθεο κατά τον 3ο-4ο αιώνα π.χ.
Οι αρχαίοι Σάτρες, θρακικό φύλο, δεν ήταν οι μόνοι που έζησαν στα χώματα της Δράμας, Ρωμαίοι, Οθωμανοί, Πόντιοι. Μικρασιάτες, Γερμανοί και Βούλγαροι άφησαν το δικό τους, ξεχωριστό αποτύπωμα στο διάβα του χρόνου. Οι τελευταίοι, μάλιστα, αν και προσπάθησαν διακαώς να προβούν σε εκβουλγαρισμώ του πληθυσμού, συνάντησαν σθεναρή αντίσταση και εγκατέλειψαν τα εδάφη το 1944.
Το κέντρο της πόλης
Ο ακριτικός Νομός Δράμας τοποθετείται στον βορειοανατολικό ελλαδικό χώρο και βρίσκεται στα σύνορα με τη Βουλγαρία, ενώ γειτονεύει με τους Νομούς Σερρών στα δυτικά, Καβάλας στα νότια και Ξάνθης στα ανατολικά. Η ομώνυμη πρωτεύουσα χτίστηκε για προφανείς λόγους στο βόρειο τμήμα της «χρυσής», γόνιμης πεδιάδας με τα καπνά, τα ρυζοχώραφα, το βαμβάκι και τις πατάτες, που αγκαλιάζονται από τα επιβλητικά βουνά. Το Μενοίκιο, το Παγγαίο και η Λεκάνη μοιάζουν να προστατεύουν την περιοχή από όσους την επιβουλεύονται, όμως μόνο το Φαλακρό κατόρθωσε να αναχθεί σε σύμβολο της πόλης. Αφ' υψηλού, το γυμνό βουνό αγναντεύει τον κατάφυτο τόπο με τα πανύψηλα δέντρα, που καλύπτουν τις αμέτρητες πηγές.
Η ρυμοτομία δεν είναι ότι καλύτερο έχει να επιδείξει η πόλη, γι’ αυτό η πεζοπορία είναι ο καλύτερος τρόπος για μια βόλτα. Στις οδούς Καβδά, Εφέδρων Αξιωματικών και στις κάθετες σε αυτές, Μακεδονίας και Ηπείρου, χτυπά η καρδιά της διασκέδασης, καθώς εκεί βρίσκονται τα καλύτερα, στέκια για νέους και μη για όλες τις ώρες. Γύρω από την Πλατεία Ελευθερίας απλώνει τα «πλοκάμια» του το εμπορικό κέντρο, ενώ στην οδό 19ης Μαΐου εντύπωση μας προκαλούν τα χλιδάτα καταστήματα, που βρίσκονται κάτω από ρημαγμένα διατηρητέα σπίτια. Στο «παλιό» κέντρο του άστεως υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός νεοκλασικών οικιών. Τα νεότερα ακολουθούν τον ραγδαίο ρυθμό ανάπτυξης του 20ού αιώνα και στην πλειονότητα τους είναι όμορφα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν οι αρχιτεκτονικές παραφωνίες που επέβαλαν η αστικοποίηση και ο συνωστισμός...
Γη και ύδωρ
Ένα είναι σίγουρο: Οι Δραμινοί δεν έχουν πει ακόμα το νερό νεράκι. Σε κάθε τους βήμα, σε κάθε έκφανση της ζωής τους, το πολυτιμότερο αγαθό είναι εκεί, να συνθέτει μοναδικά σκηνικά. Υδάτινο επίκεντρο αποτελεί το πάρκο της Αγίας Βαρβάρας, έκτασης 60 στρεμμάτων, καθώς σε αυτή την πανέμορφη γωνιά αποτυπώνονται όχι μόνο η ιδιαιτερότητα της πόλης - όσον αφορά στη μεγάλη ποσότητα νερού -, αλλά και η νεότερη ιστορία της. Στη νότια πλευρά, παλιοί νερόμυλοι, πολυώροφα κτίρια των καπναποθηκών και κτίσματα από το πρόσφατο βιομηχανικό παρελθόν καθρεφτίζονται στα νερά της λίμνης που σχηματίζεται σε αυτό το σημείο. Ξύλινα γεφύρια, πάγκοι για πικνίκ, αναψυκτήρια, καφετέριες και ταβέρνες, όλα βρίσκονται εκεί. Η όψη του δημοτικού πάρκου, αν και εξίσου γαλήνια, με τα ηρώα προς ανάμνηση των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, αποκτά βαρύ χαρακτήρα, θέλοντας να περιγράψουμε όσα βλέπουμε, ανοίγουμε το κινητό μας και κυριολεκτικά ξεχνάμε να το κλείσουμε!
Οι απαρχές της ιστορίας της Δράμας και η Εξέλιξη της ως ενός από τα σημαντικότερα Μακεδονικά κέντρα είναι καταγεγραμμένες σε ευρήματα, αναθηματικές στήλες κλπ. που εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο.
Διαδρομές
Με ορμητήριο τη Δράμα, απ' όπου ξεκινούν οι περισσότερες διαδρομές στην ύπαιθρο του πλούσιου νομού, ακολουθούμε την ανατολική έξοδο και την πορεία που οδηγεί βόρεια, στο φράγμα της Πλατανόβρυσης. Ο Νικηφόρος είναι το πρώτο χωριό που συναντάμε ανηφορίζοντας για τα δάση.
Στο Παρανέστι, δίπλα ακριβώς στον ποταμό Νέστο, βλέπετε, το νεκροταφείο, τόπος γαλήνης και ανάπαυσης, βρίσκεται στην είσοδο της κωμόπολης, που κατοικήθηκε για πρώτη φορά από πρόσφυγες του Πόντου και της Μικρός Ασίας, το 1922. Αν σκοπεύετε να απομακρυνθείτε για αρκετές ώρες από το κέντρο της Δράμας, από τον συγκεκριμένο οικισμό έχετε τη δυνατότητα να προμηθευτείτε τα τελευταία απαραίτητα. Από εκεί και πέρα, θα έχετε συντροφιά μόνο τον ήχο του νερού που πέφτει από τους καταρράκτες και τις κοκκινωπές αποχρώσεις των δέντρων οξιάς.
Εμείς, διαγράφοντας πορεία παράλληλη με το ορμητικό ρέμα. στην ουσία έναν παραπόταμο του Νέστου, έχουμε συντροφιά τη βοή των υδάτων μέχρι τη χαράδρα θερμιών.
Ακολουθώντας το Διαβολόρεμα προς το θαύμα της φύσης με το όνομα Παρθένο Δάσος, στα αριστερά του δρόμου το φράγμα της Πλατανόβρυσης αιχμαλωτίζει τη ματιά μας. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το υδροηλεκτρικό φράγμα του θησαυρού, όπου σχηματίζονται οι λίμνες του Νέστου.
Τα Λουτρά θερμιών
Νερό καθ' οδόν δεν βλέπουμε, αλλά το δέος μπροστά στο φαράγγι που σχηματίζεται και συνεχίζει ως το Διαβολόρεμα μας συνοδεύει μέχρι τα Λουτρά θερμιών. Παρεμπιπτόντως, μη φανταστείτε ότι οι εγκαταστάσεις των λουτρών λειτουργούν. Τα σπασμένα τζάμια και η εγκατάλειψη στο εσωτερικό δεν άφησαν περιθώρια στη φαντασία και στις ιαματικές ιδιότητες τους... Το θειούχο νερό, θερμοκρασίας 50 βαθμών Κελσίου, που αναβλύζει στο σημείο προσφέρεται για όσους θέλουν να κάνουν ένα θεραπευτικό μπάνιο, χωρίς ωστόσο απαραίτητες επιπλέον ανέσεις.
Αν, ωστόσο, εσείς στρίψετε δεξιά στη διχάλα μετά τη γέφυρα του θόλου, θα βρεθείτε στο ασφαλτοστρωμένο οδικό δίκτυο, που οδηγεί στην Πρασινάδα και ία Διπόταμα, χωριά που αρχικά κατοικήθηκαν από Πόντιους πρόσφυγες.
Χιλιόμετρα ξυλείας μας συνοδεύουν εκατέρωθεν της διαδρομής, καθώς η εκμετάλλευση των δέντρων είναι η κύρια πηγή εσόδων για τους κατοίκους του νομού. Σε κοντινή απόσταση, στο δάσος Λεπίδας και μετά από διαδρομή 7 χλμ σε δασικό δρόμο, συναντάμε τον ομώνυμο καταρράκτη.
Το Παρθένο Δάσος
Η διαδρομή μέχρι το Παρθένο Δάσος απαιτεί τουλάχιστον δύο ώρες σε δύσκολο οδικό δίκτυο. Οι εικόνες και τα χρώματα αλλάζουν από τα θερμιά και πάνω. Το δάσος δρυός δίνει τη θέση του σε μαύρα πεύκα, ενώ ο δρόμος γίνεται ακόμα πιο κακοτράχαλος, μην αφήνοντας πολλά περιθώρια για ομαλή πορεία, χωρίς τραντάγματα. Στη διασταύρωση στρίβουμε δεξιά και με σημάδι το εργοτάξιο Φρακτού ξέρουμε ότι έχουμε επιλέξει τη σωστή κατεύθυνση. Έχοντας εξασφαλίσει την απαραίτητη άδεια από το δασαρχείο, κινούμαστε βόρεια και ανεβαίνουμε σε υψόμετρο 1.700 μέτρων. Εσείς, στην περίπτωση που δεν διαθέτετε το απαραίτητο έγγραφο, αφήστε το αυτοκίνητό σας λίγο πριν από τη θέση Πανόραμα και συνεχίστε πεζή.
Στο τέλος της διαδρομής, θα απολαύσετε μια εικόνα του αδιατάρακτου οικοσυστήματος, που θα σας αποζημιώσει πλήρως. Μαύρες ελάτες, ερυθρελάτες, δασικές πεύκες, σημύδες, σμέουρα και οξιές περιλαμβάνονται στο Παρθένο Δάσος. τον ακρογωνιαίο λίθο του δάσους Φρακτού. Στην ουσία, πρόκειται για μια απομονωμένη έκταση 5.900 στρεμμάτων μέσα σε μια μεγαλύτερη 120.000 στρεμμάτων, που τα τελευταία 500 χρόνια δεν έχει υποστεί καμία ανθρώπινη
παρέμβαση, σύμφωνα με τους δασολόγους. και στην οποία ζουν σπάνια είδη ζώων, όπως αγριόκουρκοι, αγριόγιδα, καφέ αρκούδες, αγριογούρουνα και χρυσαετοί.
Το βορειοδυτικό κομμάτι του νομού
επιστροφή ατή βάση, λοιπόν, με νέο σχέδιο και διάθεση να εξερευνήσουμε και το βορειοδυτικό κομμάτι του νομού. Αυτή τη φόρα, ακολουθούμε τη δυτική έξοδο και κατευθυνόμαστε προς την Προσοτσάνη. Εκεί το σπήλαιο του ποταμού Αγγίτη ή Σπήλαιο Μααρά, 25 χλμ από τη Δράμα, αποτελεί τη μοναδικά αξιοποιημένη ποτάμια σπηλιά στον Ελλαδικό χώρο. Η διάβρωση των ασβεστολιθικών πετρωμάτων του Φαλακρού Όρους συνετέλεσε στη δημιουργία αυτού του εκπληκτικού μνημείου της φύσης, που ανακαλύφθηκε μόλις το 1978 από μια ομάδα Γάλλων σπηλαιολόγων. Τα ευρήματα δείχνουν ότι εκεί διέμεναν άνθρωποι και ζώα ήδη από τους παλαιολιθικούς χρόνους. Σήμερα επισκέψιμα είναι τα πρώτα 500 μέτρα της διαδρομής του Αγγίτη. ενώ συναντάμε κυρίως σταλακτίτες και ελάχιστους σταλαγμίτες.
Επιστρέφουμε στον κεντρικό δρόμο κατάπληκτοι από το θέαμα. Ο Βώλακας, το χωριό που χαρακτηρίζεται από τον έντονο διονυσιακό χαρακτήρα των παραδοσιακών εορτασμών, είναι ο επόμενος σταθμός μας. Μας μιλούν για τσολιάδες και μεταμφιεσμένους που κρεμάνε κουδούνια πάνω τους και γυρίζουν τα σπίτια με τις λύρες, για αναπαραστάσεις τοπικών γάμων και δώρα στη μαμή τις κοινότητος. Ο οικισμός οφείλει τη φήμη του επίσης στο γεγονός ότι βρίσκεται κοντά στο περίφημο χιονοδρομικά κέντρο του Φαλακρού.
Για να προσεγγίσετε τις εγκαταστάσεις χιονοδρομίας του «γυμνού» βουνού, ακολουθείτε το επαρχιακό οδικά δίκτυο. Το ίδιο το όρος οφείλει το όνομα του στην παντελή έλλειψη βλάστησης και στην κυριαρχία γρανίτη και μαρμάρου, ενώ έχει αξιοποιηθεί στο έπακρο. Σήμερα διαθέτει αναβατήρες, και περισσότερες από 20 πίστες για όλα τα επίπεδα, παρέχοντας εξαιρετικές δυνατότητες στους επισκέπτες, με αποτέλεσμα να είναι ένα από τα καλύτερα αξιοποιημένα τουριστικά κέντρα της χώρας μας.
Στην αντίθετη κατεύθυνση και λίγο νοτιότερα από τον Βώλακα, ο Γρανίτης αναλαμβάνει να μας εισαγάγει σε ένα εγκαταλελειμμένο σκηνικά, με παλιά λατομεία, όπου γινόταν η εξόρυξη του ορυκτού που έδωσε το όνομα του στο χωριό, θεόρατα βουνά, πυκνή βλάστηση να σκεπάζει κάθε σπιθαμή απείραχτης από το ανθρώπινο χέρι γης και αίσθηση ότι ζούμε στον 19ο αιώνα, χάρη στα παλιά κτίρια που διασώζονται ανάμεσα σε οξιές.
Συνεχίζοντας ευθεία στον δρόμο. 2 χλμ πριν από την «πηγή» της πατάτας και του φασολιού, στα αριστερά, συναντάμε το οχυρό Λίσσε. Σε αυτή τη θέση δόθηκε η μάχη μεταξύ ελληνικού στρατού και γερμανοβουλγαρικών στρατευμάτων τον Απρίλιο του 1941. Όπλα, μετάλλια στρατιωτών και προσωπικά αντικείμενα εκτίθενται σήμερα στο μικρό μουσείο που δημιουργήθηκε προς ανάμνηση της μάχης.
Κάτω Νευροκόπι
Το κάτω Νευροκόπι σίγουρα το έχετε ακουστά. αν όχι για τη φημισμένη καλλιέργεια πατάτας και φασολιού, τουλάχιστον για τις υπό το μηδέν θερμοκρασίες που σημειώνονται εκεί. Συνήθως (-17), υπό φυσιολογικές συνθήκες, κρύο «χοντρό», που δεν σε διαπερνά.
Εδώ η φύση λειτουργεί με τους δικούς της όρους, και ευνοεί τις καλλιέργειες και θεωρεί πάντα ευπρόσδεκτο το κρύο, κάτι που λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα με τη ζεστασιά που νιώθεις γνωρίζοντας τη φιλοξενία των κατοίκων, θα σου δώσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την περιοχή, πολλές φορές θα σε συνοδεύσουν στον προορισμό σου. για να μη χαθείς, &